Τετάρτη 12 Μαρτίου 2014

Τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου



Μίλησαν και μιλάνε για αυτά με θαυμασμό και δέος ακόμα και αν έχουν περάσει τόσες χιλιάδες χρόνια από την κατασκευή τους . Ένα μονάχα στέκεται και μας κοιτάζει ακόμα να γεννιόμαστε, να ζούμε και να χανόμαστε όπως η σκόνη στην έρημο. Τα υπόλοιπα χάθηκαν στα βάθη της ιστορίας μα ποτέ στην λήθη.  Όπως και να ‘χει, ποτέ άλλοτε ανθρώπινες κατασκευές δεν χάραξαν το πρόσωπο αυτής της γης πιο βαθιά  και μπορεί όλοι να τα γνωρίζουμε στο περίπου, ποιος μπορεί όμως να πει με βεβαιότητα ότι γνωρίζει ποιες είναι όλες εκείνες οι απίστευτες κατασκευές που χαρακτηρίστηκαν ως θαύματα, στο σύνολο τους.
Επανάληψη ιστορίας λοιπόν και αρχίζουμε με…









1)      Η Μεγάλη Πυραμίδα της Γκίζας 

Είναι η αρχαιότερη και η μεγαλύτερη από τις τρεις πυραμίδες της Νεκρόπολης της Γκίζας, η οποία συνορεύει με τη σύγχρονη πόλη της Γκίζας στην Αίγυπτο. Είναι το αρχαιότερο από τα Επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου, και το μόνο που σώζεσαι στις μέρες μας.
Οι αιγυπτιολόγοι πιστεύουν ότι η πυραμίδα χτίστηκε σαν τάφος σε διάστημα 10 με 20 χρόνων. Αρχικά με ύψος 146,5 μέτρα, σήμερα λόγω της διάβρωσης και της απουσίας του πυραμιδίου της  η πυραμίδα έχει ύψος 138,8 μέτρα, ήταν το ψηλότερο κτήριο του κόσμου για πάνω από 3.800 χρόνια, μέχρι την ολοκλήρωση (περίπου) το 1300 του κωδωνοστασίου του Καθεδρικού του Λίνκολν. Στις δόξες της η Μεγάλη Πυραμίδα ήταν καλυμμένη με πέτρες επικάλυψης οι οποίες δημιουργούσαν μία λεία και επίπεδη επιφάνεια. 
Αυτό που βλέπουμε σήμερα είναι η δομή από κάτω. Σήμερα, μπορούμε να δούμε κάποιες από αυτές τις πέτρες επικάλυψης σκορπισμένες γύρω από τη βάση της πυραμίδας.
 Η ακρίβεια της κατασκευής της πυραμίδας είναι τέτοια, που το μήκος των τεσσάρων πλευρών έχουν μια μέση απόκλιση μεταξύ τους μόλις 58 χιλιοστών. Η βάση είναι οριζόντια και επίπεδη με απόκλιση μόλις συν πλην 15 χιλιοστών. Η πλευρές είναι προσανατολισμένες στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα (με απόκλιση μόλις 4 πρώτων λεπτών της μοίρας, με βάση τον γεωγραφικό Βόρειο Πόλο, και όχι τον Μαγνητικό Βόρειο Πόλο. Υπάρχουν πολλές επιστημονικές και εναλλακτικές θεωρίες για το πώς κατασκευάστηκε η πυραμίδα. Οι πιο αποδεκτές από αυτές διατείνονται ότι χτίστηκε με τη μετακίνηση τεράστιων λίθων από το λατομείο και την τοποθέτησή τους με σύρσιμο και ανύψωση.
Εκτιμάται ότι η Μεγάλη Πυραμίδα αποτελείται από περίπου 2,3 εκατομμύρια μονόλιθους από ασβεστόλιθο, οι περισσότεροι από τους οποίους θεωρείται ότι μετακινήθηκαν από κοντινά ορυχεία. Ο ασβεστόλιθος της Τούρα ο οποίος χρησιμοποιήθηκε για την εξωτερική επικάλυψη, έχει εξορυχθεί από την απέναντι όχθη του ποταμού. Οι μεγαλύτεροι γρανιτένιοι μονόλιθοι στην πυραμίδα έχουν βρεθεί στο θάλαμο "του Βασιλιά", και ζυγίζουν από 25 μέχρι 80 τόνους, και έχουν μεταφερθεί από το Ασσουάν, το οποίο βρίσκεται 800 χιλιόμετρα μακριά.
Υπάρχουν τρεις γνωστοί θάλαμοι μέσα στην Μεγάλη Πυραμίδα. Αυτός που βρίσκεται πιο χαμηλά, είναι σκαμμένος στο βραχώδες υπόστρωμα κάτω από την πυραμίδα, και είναι ημιτελής. Οι λεγόμενοι θάλαμοι της Βασίλισσας και του Βασιλιά, είναι ψηλότερα, χτισμένοι μέσα στο εσωτερικό της πυραμίδας. Η Μεγάλη Πυραμίδα είναι η μόνη γνωστή στη Αίγυπτο που έχει διαδρόμους που και κατεβαίνουν και ανεβαίνουν. Το συγκρότημα της πυραμίδας περιλαμβάνει δύο ναούς νεκρικής λατρείας προς τιμήν του Χέοπα.



2)      Το Χρυσελεφάντινο άγαλμα του Ολυμπίου Διός

Φιλοτεχνήθηκε από τον διάσημο γλύπτη της εποχής, Φειδία γύρω στο 430 π.Χ. και τοποθετήθηκε ως λατρευτικό άγαλμα στο Ναό του Δία στην Ολυμπία στην αρχαία Ηλεία, στα δυτικά της Πελοποννήσου, κοντά στις όχθες του ποταμού Αλφειού. Ο Λόφος ήταν τόπος λατρείας του Κρόνου, πατέρα του Δία. Η τοποθεσία είναι ιστορική, αφού από την αρχαιότητα εδώ διαδραματίστηκαν πολλές μάχες, και από το 1000 π.Χ. υπήρχε ο αρχαιότερος ναός της Ελλάδος αφιερωμένος στην Ήρα. Κοντά στον αρχαίο αυτό ναό ήταν και το στάδιο των Ολυμπιακών αγώνων. Το 470 π.Χ. χτίστηκε εδώ ο ναός του Δία. Το άγαλμα του Δία έγινε τόσο ξακουστό στην εποχή του, που πλήθος πολεμιστών το επισκέπτονταν για να το δουν. Επί αιώνες ήταν ένα από τα θεάματα που ο κάθε θνητός όφειλε να δει πριν πεθάνει. Το χρυσελεφάντινο άγαλμα του Δία επισκευάστηκε από το γλύπτη Δαμοφώντα το Μεσσήνιο κατά το α΄ μισό του 2ου αι. π.Χ., επειδή παρουσίασε ρωγμές. 
Εκείνη την εποχή επικρατούσαν κλασικιστικές τάσεις στην Ελληνιστική Γλυπτική. Το άγαλμα πέρασε κάποιες περιπέτειες, αφού την εποχή του Ιούλιου Καίσαρα το χτύπησε κεραυνός, χωρίς όμως να του κάνει σοβαρή ζημιά. Ο Καλιγούλας είχε διατάξει να το μεταφέρουν στην Ρώμη και να του αλλάξουν το πρόσωπο δίνοντάς του την μορφή του αυτοκράτορα, πράγμα που όμως δεν έγινε, επειδή το καράβι που περίμενε στο λιμάνι για να το φορτώσει χτυπήθηκε από κεραυνό και κάηκε. Μετά την κατάργηση των Ολυμπιακών Αγώνων το 393 μ.Χ. ο ναός ξέπεσε. Το 408 μ.Χ. την εποχή του Θεοδοσίου ο ναός πυρπολήθηκε, και το άγαλμα καταστράφηκε ή κατατεμαχίστηκε και λεηλατήθηκε. Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή ο Θεοδόσιος το 390 μ.Χ. το μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη, όπου καταστράφηκε από φωτιά το 416 μ.Χ. Ο ναός λεηλατήθηκε από τους Γότθους, και τα υπολείμματά του γίνανε χριστιανικός ναός μέχρι που γκρεμίστηκε από έναν σεισμό. Αργότερα τα ερείπια σκεπάστηκαν από την κοίτη του ποταμού Αλφειού. Το 1875 μια γερμανική αποστολή έκανε αρχαιολογικές ανασκαφές και μέχρι το 1881 επανέφερε στο φως τα ερείπια, κάτω από τέσσερα μέτρα χώμα.
Η κατασκευή του έργου διήρκεσε δύο Ολυμπιακές περιόδους, δηλαδή οκτώ χρόνια. Η τεχνική του Φειδία βασιζόταν ουσιαστικά σε ξύλο. Το σώμα των αγαλμάτων του ήταν ξύλινο και το εμποτιζόταν από ένα ειδικό υγρό για να μην αποξηρανθεί. Το ξύλο ήταν ντυμένο με στρώματα χρυσού και πλάκες ελεφαντοστού. Τα μάτια ήταν από πολύτιμους λίθους. Ο μανδύας από χρυσό. Το δάφνινο στεφάνι στο κεφάλι του ήταν από πράσινο σμάλτο. Ο καθήμενος Δίας ξεχώριζε μέσα στον ναό επάνω σε τρία σκαλιά και σύμφωνα με εκτιμήσεις έφτανε τα 12 μέτρα σε ύψος.
Το άγαλμα ήταν περιτριγυρισμένο από τριάντα έξι ψηλές κολώνες από γρανίτη. Στο αέτωμα βρίσκονταν τεράστιες περίτεχνες αναπαραστάσεις με εικοσιένα αγάλματα, ανάμεσά τους αυτά του Οινόμαχου και του Πέλοπα. Ο Δίας καθόταν σε έναν θρόνο που ήταν κατασκευασμένος από ελεφαντόδοντο, χρυσό, έβενο και άλλες πολύτιμες πέτρες. Στο δεξί του χέρι ο Δίας κρατούσε ένα μικρό άγαλμα της θεάς Νίκης και στο αριστερό του ένα δεμάτι με κεραυνούς, που ήταν το σήμα κατατεθέν του θεού. Παντού γύρω του βρίσκονταν πλήθος από αγάλματα που παρίσταναν άλλες μεγαλοπρεπείς σκηνές. Στα πόδια του ήταν δύο σφίγγες με έφηβους άνδρες. Πιο πίσω οι τρεις Χάριτες. Οι άθλοι του Ηρακλή, η μάχη του Θησέα με τις Αμαζόνες και η οικογένεια της Νιόβης. Δύο καθιστά λιοντάρια φύλαγαν τον Δία. Στα πλαϊνά βρίσκονταν μετάλλινες πλάκες με χαραγμένες παραστάσεις της αναδυόμενης Αφροδίτης, το πολεμικό άρμα του Ήλιου, και το άρμα της Σελήνης. Η σκεπή πάνω από το άγαλμα ήταν ανοικτή για να μπαίνει άπλετο φως.


 

3)      Το Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού

Ήταν ο τάφος του Μαύσωλου, πέρση σατράπη της Καρίας. Η λέξη μαυσωλείο χρησιμοποιείται από τότε για να δηλώσει μεγάλο, μνημειώδη τάφο. Αυτό το μεγαλοπρεπές έργο χτίστηκε για να φυλαχθεί το σώμα του Μαύσωλου και της γυναίκας του Αρτεμισίας.
Υπολογίζεται ότι το ύψος του Μαυσωλείου ήταν 45 μέτρα και ήταν λευκού χρώματος. Οι Έλληνες αρχιτέκτονες, Σάτυρος και Πύθεος, το σχεδίασαν και άλλοι τέσσερις Έλληνες γλύπτες το φιλοτέχνησαν. Το μνημείο, που ήταν επενδυμένο με λευκό στιλπνό μάρμαρο, ήταν χτισμένο στη διασταύρωση των δύο κύριων οδών στο κέντρο της πόλης και υψωνόταν πολύ πιο πάνω από τα τείχη της Αλικαρνασσού. 
Με φόντο τους βραχώδεις λόφους και θέα στην καταγάλανη θάλασσα, το Μαυσωλείο είχε έναν αιθέριο χαρακτήρα.
Δεν ξέρουμε γιατί ο Μαύσωλος κατασκεύασε έναν τόσο περίτεχνο τάφο. Οι ιστορικοί υποθέτουν ότι επιθυμούσε να αφήσει μετά τον θάνατό του ένα μνημείο που θα πρόβαλλε τον ρόλο του ως ηγεμόνα της Αλικαρνασσού, που την έκανε ευημερούσα πόλη της ανατολικής Μεσογείου. Ως προς την αντοχή του στο χρόνο, το ταφικό αυτό μνημείο ξεπέρασε όλα τα άλλα θαύματα της Αρχαιότητας, πλην ενός, μέχρι που κατεδαφίστηκε από τους Ιωαννίτες ιππότες, 1.900 χρόνια μετά την ανέγερσή του. Η εξαιρετική ποιότητα του γλυπτού διάκοσμου και η έξοχη ένταξή του στο οικοδόμημα καθιστούσαν το Μαυσωλείο θαυμαστό στα μάτια των επισκεπτών από τον ελληνορωμαϊκό κόσμο. Δυστυχώς, σχεδόν όλα τα θραύσματα που ανασύρθηκαν από τα ερείπια φέρουν μεγάλες φθορές και είναι σχετικά συνηθισμένα. Εξαιρούνται δύο εξαίσια αγάλματα, ενός άντρα και μιας γυναίκας. Η ανδρική μορφή, που είναι πιο καλοδιατηρημένη και κάποτε είχε λανθασμένα θεωρηθεί απεικόνιση του Μαύσωλου, συνδυάζει τη ρεαλιστική αποτύπωση των ανατομικών λεπτομερειών με την ευαίσθητη απόδοση της έκφρασης του προσώπου και του ψυχικού κόσμου του μοντέλου. Αν είχαν διασωθεί περισσότερα από τα εκατό και πλέον αγάλματα του τάφου -όλα υπερφυσικών διαστάσεων- το Μαυσωλείο θα ήταν ένας θησαυρός γλυπτών αριστουργημάτων.
Αν και τον 13ο αιώνα το Μαυσωλείο καταστράφηκε από σεισμό, το μεγαλύτερο μέρος του οικοδομήματος δεν είχε καταρρεύσει ώς το 1522 μ.Χ., όταν διατάχθηκε η κατεδάφισή του. Ο πατήρ Σάββας του ΚαστιΛυώνε, ένας χριστιανός μοναχός που ζούσε στη γειτονική Ρόδο, έγραφε ότι ο Μέγας Μάγιστρος του ιπποτικού τάγματος των Ιωαννιτών «όπως είναι φυσικό, διάκειται εχθρικά προς την Αρχαιότητα». Όπως και άλλοι σύγχρονοί τους, ο Μέγας Μάγιστρος και οι ιππότες του θεωρούσαν την ειδωλολατρική τέχνη επικίνδυνη για τη χριστιανική πίστη.

Οι Ιωαννίτες ιππότες, που χρειάζονταν δομικά υλικά για το κάστρο του Αγίου Πέτρου, κοντά στη μικρή πόλη Μποντρούμ, ώστε να αντιμετωπίσουν μια επικείμενη τουρκική επίθεση, αφαίρεσαν αρχιτεκτονικά μέλη του Μαυσωλείου, το οποίο στη συνέχεια καλύφθηκε από τη λάσπη που έφερε η βροχή. Ευτυχώς, μερικά γλυπτά ενσωματώθηκαν στα τοιχώματα του κάστρου ως διακοσμητικά, κι έτσι διασώθηκαν.

Πενήντα χρόνια αργότερα, ο Κλοντ Γκισάρ από τη Λυών περιέγραψε πώς οι ιππότες κονιορτοποίησαν τα γλυπτά και τα μετέτρεψαν σε ασβέστη. Ξήλωσαν πρώτα τα μαρμάρινα σκαλιά της στέγης, ώστε να αποκαλυφθεί το κεντρικό κτίσμα:

«Σύντομα διαπίστωσαν ότι όσο βαθύτερα πήγαιναν, τόσο μεγάλωνε το οικοδόμημα, παρέχοντάς τους πέτρωμα για την παρασκευή ασβέστου αλλά και για οικοδομικές εργασίες. Ύστερα από τέσσερις ή πέντε ημέρες, και αφού μέσα σε ένα απόγευμα είχαν αποκαλύψει μεγάλο χώρο, είδαν ένα άνοιγμα που οδηγούσε σε ένα υπόγειο. Πήραν ένα κερί και αφού πέρασαν μέσα από το άνοιγμα, βγήκαν σε μια ωραία τετράγωνη αίθουσα, με μαρμάρινους κίονες γύρω γύρω, με τις βάσεις, τα κιονόκρανα, το επιστύλιο, τη ζωφόρο και τα γείσα τους σκαλισμένα σε έκτυπο ανάγλυφο. Το διάστημα ανάμεσα στους κίονες κάλυπταν πλάκες και ταινίες από μάρμαρο σε διάφορα χρώματα, στολισμένα με χυτά στοιχεία και γλυπτά... και τοποθετημένα στο λευκό φόντο του τοίχου με ανάγλυφες σκηνές μάχης. Αφού στην αρχή θαύμασαν τα έργα και τη μοναδικότητα των γλυπτών, τα τεμάχισαν και τα έθραυσαν...».

Η ειρωνεία της τύχης θέλησε να πραγματοποιηθεί η τουρκική επίθεση στη Ρόδο και όχι στην Αλικαρνασσό. Σύντομα οι Ιωαννίτες ιππότες εγκατέλειψαν το προγεφύρωμά τους στη Μικρά Ασία, αφού όμως είχαν ισοπεδώσει αυτό το αρχαίο θαύμα.




4)      Ο Κολοσσός της Ρόδου

Ήταν ένα τεράστιο σε διαστάσεις άγαλμα το οποίο απεικόνιζε τον θεό Ήλιο. Ανεγέρθηκε από τον Χάρη τον Λίνδιο μαθητή του Λύσιππου τον 3ο αιώνα π.Χ. Είχε το ίδιο περίπου μέγεθος με το Άγαλμα της Ελευθερίας που βρίσκεται στη Νέα Υόρκη, αν και στηριζόταν σε χαμηλότερη βάση. Η όψη του αγάλματος λέγεται ότι διακρινόταν από την είσοδο του λιμένα της Ρόδου.
Σύμφωνα με τον θρύλο, τον 4ο αιώνα π.Χ. ο θεός Ήλιος έσωσε τον λαό της Ρόδου από μία επίμονη πολιορκία του Μακεδόνα στρατηγού Δημητρίου του Πολιορκητή. Ως έκφραση ευγνωμοσύνης προς τον προστάτη τους, οι Ρόδιοι ανήγειραν τον Κολοσσό, ένα γιγαντιαίο μπρούντζινο άγαλμα, που υψωνόταν περίπου 33 μέτρα πάνω από το μαρμάρινο βάθρο του, δηλαδή ήταν δυόμισι φορές υψηλότερο από το άγαλμα του Δία στην Ολυμπία, το έργο του Φειδία.
Ο Κολοσσός, ενσάρκωση του παντεπόπτη και ζωοδότη ήλιου, με την μπρούντζινη επιδερμίδα του να αντανακλά το φως του ήλιου, πρέπει να εντυπωσίαζε τους επισκέπτες ως πειστική εικόνα του θεού. Όπως παρατηρεί ο Φίλων ο Βυζάντιος, ο γλύπτης Χάρης από τη Λίνδο είχε πετύχει το απίστευτο, κάνοντας τον θεό του «πραγματικό θεό». Ο Χάρης είχε δημιουργήσει έναν «δεύτερο Ήλιο, που αντίκριζε τον πρώτο».
ελάχιστα πράγματα γνωρίζουμε για την ακριβή όψη του αγάλματος, ενώ οι αντικρουόμενες αρχαιολογικές ενδείξεις δυσχεραίνουν τις απόπειρες αναπαράστασης του Κολοσσού. Σε πολλά ελληνικά νομίσματα ο θεός φέρει συμβατικά ηλιακά σύμβολα, όπως στεφάνι από ηλιαχτίδες γύρω από το κεφάλι του, αλλά σε άλλα νομίσματα αυτές οι ηλιαχτίδες απουσιάζουν.

Το 1932 ανακαλύφθηκαν στη Ρόδο τα θραύσματα ενός αναγλύφου με το πάνω μέρος του σώματος Ήλιου ή του Απόλλωνα. Το ανάγλυφο αυτό, που συνέβαλε στην αναπαράσταση του Κολοσσού, απεικόνιζε τον στεφανωμένο με ηλιαχτίδες θεό, να σκιάζει με το δεξί του χέρι τα μάτια και να ακουμπά το αριστερό χέρι στο ισχίο. Άλλοι επιστήμονες πιστεύουν ότι ο θεός κρατούσε στο δεξί του χέρι πυρσό. Σε αυτή τη σύλληψη στηρίχτηκε και η στάση του Αγάλματος της Ελευθερίας. Τελικά, το μαρμάρινο ανάγλυφο απεικόνιζε έναν αθλητή που αυτοστεφανώνεται.

Εξίσου αντικρουόμενες είναι οι απόψεις για το κάτω μέρος του σώματος του θεού. Ο θεός Ήλιος πιθανότατα ήταν ολόγυμνος. Όμως, το τεράστιο βάρος του αγάλματος μεταβιβαζόταν μόνο στους λεπτούς του αστραγάλους; Το Άγαλμα της Ελευθερίας, που στήθηκε στο λιμάνι της Νέας Υόρκης στα τέλη του 19ου αιώνα, είναι τυλιγμένο σε πλούσιες πτυχώσεις, που κρύβουν το κάτω μέρος του σώματος και βοηθούν στην ομαλή κατανομή του βάρους του ογκώδους κορμού. Μήπως ο Κολοσσός της Ρόδου υποστηριζόταν από ένα μανδύα, που κρεμόταν από τον ώμο ή το μπράτσο του;
Το βάθρο του αγάλματος ήταν από λευκό μάρμαρο. Το ότι τα πόδια του Κολοσσού ήταν ενωμένα, σήμαινε ότι ο Χάρης έπρεπε να δώσει λύσεις σε αρκετά τεχνικά προβλήματα. Μετά την αγκύρωση των πελμάτων του αγάλματος στο βάθρο ύψους 12 μέτρων, ο Χάρης κατασκεύασε έναν τεράστιο σκελετό από πέτρινα υποστυλώματα και σιδερένιες ράβδους, πάνω στον οποίο προσαρμόστηκαν χυτά μπρούντζινα φύλλα. Η γιγαντιαία μορφή, που ολοκληρώθηκε σε 12 χρόνια, καλύφθηκε με μπρούντζινη επένδυση. Όταν απομακρύνθηκε ο βοηθητικός τεχνητός γήλοφος που περιέβαλλε το άγαλμα, και ο Ήλιος αποκαλύφθηκε στους κατοίκους της Ρόδου, ο Χάρης πρέπει να άφησε ένα στεναγμό ανακούφισης. Είχε επίσης πάρει αποτελεσματικά μέτρα κατά του κινδύνου των ισχυρών ανέμων, που θα μαστίγωναν την εύθραυστη κατασκευή.

Ο Φίλων ο Βυζάντιος αναφέρει ότι χρησιμοποιήθηκαν 15 τόνοι από μπρούντζο και 9 τόνοι σιδήρου. Υπολογίζεται, όμως, ότι οι αληθινές ποσότητες ήταν πολύ μεγαλύτερες. Λαμβάνοντας υπ`όψιν ότι το Άγαλμα της Ελευθερίας στην Νέα Υόρκη έχει το ίδιο περίπου μέγεθος και βάρος 225 τόνους, ο Κολοσσός πρέπει να είχε ανάλογο βάρος.
Το άγαλμα ήταν μια ευφυής «διαφήμιση» της πόλης που το ανήγειρε, απτή απόδειξη του πλούτου και της τεχνολογίας της. Δυστυχώς, όμως, γύρω στο 226 π.Χ., μόλις 60 χρόνια μετά τα αποκαλυπτήρια, ο Κολοσσός κατέρρευσε, καθώς τα γόνατά του τσακίστηκαν από ένα σεισμό. Πέφτοντας λέγεται ότι γκρέμισε 30 σπίτια! Χρησμός μαντείου λέει σχετικά με την πιθανή επανατοποθέτησή του «μην κίνει τα κείμενα» και ο Κολοσσός δεν στάθηκε ποτέ πια όρθιος.

Παρά την ολέθρια πτώση του, το άγαλμα δεν έπαψε να συγκαταλέγεται στα μεγάλα θαύματα του κόσμου. Το μπρούντζινο σώμα του βρισκόταν ήδη πάνω από εκατό χρόνια σωριασμένο στο έδαφος, σαν Τιτάνας που τον γκρέμισαν από τον ουρανό, όταν ο Αντίπατρος της Σιδώνας, συγγραφέας ελληνοφοινικικής καταγωγής, συμπεριέλαβε τον Κολοσσό στον κατάλογό του με τα επτά θαύματα. Ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος ανέφερε χαρακτηριστικά: «...ακόμα και σωριασμένο στο έδαφος, παραμένει ένα θαύμα. Λίγοι άνθρωποι μπορούν να αγκαλιάσουν με τα μπράτσα τους τον αντίχειρα αυτής της μορφής, που τα δάχτυλά της είναι μεγαλύτερα από τα περισσότερα αγάλματα».

Το 654 μ.Χ., 900 χρόνια μετά την κατάρρευση του Κολοσσού, οι Σαρακηνοί λεηλάτησαν τη Ρόδο και πούλησαν τον τεμαχισμένο Ήλιο ως μέταλλο. Λέγεται ότι ο αγοραστής χρησιμοποίησε 900 καμήλες για τη μεταφορά των θραυσμάτων στη Συρία. Έτσι το είδωλο του θεού που κάποτε έσωσε την πόλη από την ξένη εισβολή είχε μια μοίρα ανάλογη με εκείνη της πολιορκητικής μηχανής του Δημήτριου, που με την πώλησή της χρηματοδοτήθηκε η ανέγερση του Κολοσσού. Το γιγαντιαίο άγαλμα του Χάρη ήταν ένα θαύμα, που ταυτίστηκε με το μεγαλείο αλλά και τη ματαιότητα της ανθρώπινης φιλοδοξίας.




5)      Οι Κρεμαστοί κήποι της Βαβυλώνας
Οι Κρεμαστοί Κήποι της Βαβυλώνας πιθανολογείται ότι αποτελούσαν μέρος των εξωτερικών τειχών της Βαβυλώνας. Εικάζεται ότι το βοτανολογικό αυτό θαύμα, που υπερβαίνει τον φυσικό νόμο, ανάγεται στον έρωτα ενός βασιλιά για μια γυναίκα. Κατά τον Βηρωσσό, έναν Βαβυλώνιο ελληνιστή ιερέα, που έγραψε την ιστορία της Βαβυλώνας στα ελληνικά, οι Κήποι χτίστηκαν περίπου το 600 π.Χ. και εμπνευστής τους ήταν ο Ναβουχοδονόσορ Β΄ (περίοδος βασιλείας: 605-562 π.Χ.), ο ισχυρότερος μονάρχης της νεοβαβυλωνιακής αυτοκρατορίας. 
Οι Κήποι ήταν δώρο προς τη γυναίκα του Αμυίτις, θυγατέρα του βασιλιά των Μήδων, η οποία νοσταλγούσε τους δασωμένους λόφους της πατρίδας της, και ήθελε να διατρέφεται με φυτά που υπήρχαν στη χώρα της αλλά όχι στη Βαβυλώνα. Για το λόγο αυτό στους κρεμαστούς κήπους υπήρχε και βοτανικός κήπος όπου καλλιεργούνταν εκείνα τα φυτά.
Ο Φίλων ο Βυζάντιος, τον 3ο αιώνα π.Χ., τοποθέτησε τους Κήπους πρώτους στον κατάλογό του των επτά θαυμάτων, επισημαίνοντας την ιδιότητα που τους καθιστούσε θαυμαστούς: το ότι αψηφούσαν τη φύση. Σε ένα γυμνό τοπίο, ο άνθρωπος δημιούργησε αυτό που αρνήθηκε να κάνει η φύση: σκιερά δένδρα, πολύχρωμα λουλούδια, εύσαρκα φρούτα και κελαρυστές πηγές. Κι επιπλέον, ίσως για να τονίσουν τον τεχνητό χαρακτήρα τους, οι κήποι ήταν φυτεμένοι σε υπερυψωμένα πεζούλια, ώστε, όπως παρατηρεί ο Φίλων, «τα έργα της καλλιέργειας να αιωρούνται πάνω από τα κεφάλια των ανθρώπων».

Γύρω στο 50 π.Χ. ο Διόδωρος ο Σικελιώτης έγραψε ότι αυτοί οι πολυεπίπεδοι κήποι στηρίζονταν σε μια σύνθετη κατασκευή από χοντρούς τούβλινους τοίχους, πέτρινα υποστυλώματα και δοκούς από κορμούς φοινικόδενδρων σε πυκνή διάταξη. Για να στεγανοποιηθούν οι δοκοί, καλύπτονταν με πλέγματα από καλάμια και πίσσα, καθώς και δύο στρώσεις εφυαλωμένων οπτόπλινθων.
Οι Κήποι, ωστόσο, είναι το μόνο από τα θαύματα που δεν έχει αφήσει ίχνη. Παρά τις μεγάλης κλίμακας ανασκαφές που έχουν γίνει στη Βαβυλώνα, δεν βρέθηκε κάποια κατασκευή που να ταιριάζει στις περιγραφές των συγγραφέων της ελληνιστικής περιόδου. Αρκετές πιθανές θέσεις έχουν προταθεί, όπως ένα μεγάλο θολωτό κτίσμα που ανακάλυψε στις αρχές του 20ού αιώνα ο Γερμανός αρχαιολόγος Ρόμπερτ Κόλντεβαϊ, αλλά καμία δεν έχει κερδίσει ως τώρα την καθολική αποδοχή των επιστημόνων. Η υπόθεση ύπαρξης των Κήπων εξασθενεί και από το ότι δεν τους αναφέρει κανένα από τα χιλιάδες δείγματα σφηνοειδούς γραφής που βρέθηκαν στη Βαβυλώνα, συγκαταλεγομένου κι ενός καταλόγου με τα μνημεία της πόλης. Εξίσου σιωπηλός είναι και ο Ηρόδοτος, που προφανώς τον 5ο αιώνα π.Χ. ταξίδεψε στη Βαβυλώνα.

Αντίθετα, διατηρούνται ατόφια τμήματα των πελώριων αμυντικών τειχών της Βαβυλώνας, που στην οδό στο πάνω μέρος τους, όπως αναφέρει ο γεωγράφος Στράβων, χωρούσαν δίπλα δίπλα δύο «άρματα ζεμένα με τέσσερα άλογα». Ο Φίλων θεωρεί από μόνο του θαύμα αυτό το τείχος, τμήμα του οποίου ανοικοδομήθηκε κατά τη δεκαετία του 1980 από τον πρόεδρο του Ιράκ, Σαντάμ Χουσεΐν, με σκοπό την προσέλκυση τουριστών.

Αν και η ύπαρξη των Κήπων δεν έχει επιβεβαιωθεί, δεν είναι όμως απίθανη. Από την αρχαιότητα, οι βασιλιάδες της Μεσοποταμίας κοσμούσαν τις πόλεις τους με πράσινο. Λέγεται ότι ο Γκιλγκαμές, ο μυθικός βασιλιάς της Ουρούκ, είχε διαμορφώσει το ένα τρίτο της πρωτεύουσας του σε κήπους. Ακόμα και οι Ασσύριοι ηγεμόνες, που λόγω της αγριότητάς τους είχαν γίνει ο φόβος και ο τρόμος των αντιπάλων τους, λάτρευαν τους κήπους. Ο Ασσουρνασιρπάλ Β΄, για παράδειγμα, μπορεί να έγδερνε ζωντανούς τους εχθρούς που αιχμαλώτιζε, αλλά ταυτόχρονα ήταν και μανιώδης συλλέκτης φυτών και κατά τον 9ο αι. π.Χ. είχε φυτέψει στη (σημερινή) Νιμρούντ σπάνια δένδρα, θάμνους και λουλούδια. Φαίνεται, επίσης, ότι έχτισε ψηλά τείχη για τη συγκράτηση του νερού από ρυάκια και καταρράκτες, που απαιτούσαν τη διαμόρφωση υπερυψωμένων επιφανειών, ώστε να εξασφαλίζεται κάποια κλίση.



6)      Ο Φάρος της Αλεξάνδρειας

Ο Φάρος της Αλεξάνδρειας θεωρείται ένα από τα Επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου. Κατασκευάστηκε τον 3ο αιώνα π.Χ. και παρέμεινε σε λειτουργία ώς την πλήρη καταστροφή του από δύο σεισμούς τον 14ο αιώνα μ.Χ. Ήταν ένας πύργος συνολικού ύψους 140 μέτρων και ήταν για εκείνη την εποχή το πιο ψηλό ανθρώπινο οικοδόμημα του κόσμου μετά τις πυραμίδες του Χέοπα και του Χεφρήνου ή Χεφρένης. Κατασκευάστηκε από κομμάτια άσπρης πέτρας και ήταν δομημένος σε τέσσερα επίπεδα. Το χαμηλότερο ήταν η τετράγωνη βάση, το δεύτερο ήταν ένα τετράγωνο κτίσμα, το τρίτο οκτάγωνο κτίσμα και το τέταρτο το ψηλότερο ένα κυκλικό κτίσμα επί της κορυφής του οποίου το άγαλμα του Ποσειδώνα ή Απόλλωνα. 
Στο τέταρτο επίπεδο υπήρχε ένας καθρέπτης που αντανακλούσε το φως του ήλιου κατά τη διάρκεια της μέρας ενώ το βράδυ έκαιγε μία φλόγα για να προειδοποιεί τα διερχόμενα πλοία για την ύπαρξη εμποδίων. Η λέξη φάρος υιοθετήθηκε από πολλές χώρες και χρησιμοποιήθηκε ευρέως στο λατινογενές λεξιλόγιο και σε γλώσσες όπως τα Γαλλικά (phare), τα Ιταλικά (faro), Πορτογαλικά (farol) και Ισπανικά (faro).
Ο φάρος κατασκευάστηκε επί της νησίδας Φάρος. Το νησί έδωσε το όνομα στο οικοδόμημα κι όχι το αντίθετο, όπως πιστεύεται. Οι σύγχρονοι φάροι "δανείζονται" επίσης το όνομα της νησίδας. Είναι παγκοσμίως γνωστός με την ονομασία "Φάρος" της Αλεξάνδρειας επειδή ήταν λίγο έξω από το λιμάνι της Αλεξάνδρειας. Συνδεόταν τεχνητά με ένα είδος γέφυρας, το λεγόμενο Επταστάδιο (είχε, όπως μαρτυρά το όνομά του, μήκος επτά στάδια) και σχημάτιζε το ένα μέρος του λιμανιού της Αλεξάνδρειας.

Επειδή η διαμόρφωση του λιμανιού και της ευρύτερης περιοχής ήταν επίπεδη και δίχως κάποιο σημάδι που να προειδοποιεί τα διερχόμενα πλοία, χρησίμευε για να δίνει κάποιο είδος σινιάλου για την προσέγγιση στο λιμάνι. Ο φάρος χτίστηκε από τον Σώστρατο τον Κνίδιο μηχανικό, αρχιτέκτονα, γιο του επίσης αρχιτέκτονα Δεξιφάνους που είχε κατασκευάσει το στάδιο "Τέτρα" της Αλεξάνδρειας, το 282 π.Χ., ενώ αρχικά η μελέτη του έργου είχε ξεκινήσει επί βασιλείας του πρώτου Βασιλιά της Ελληνιστικής περιόδου, τον Πτολεμαίο τον Α' της Αιγύπτου, στρατηγό του Μεγάλου Αλεξάνδρου.

Μετά τον απρόοπτο θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου ο Πτολεμαίος ανακήρυξε τον εαυτό του βασιλιά της τεράστιας αυτοκρατορίας που δημιούργησε ο Μέγας Αλέξανδρος το 305 π.Χ. Κατά την περίοδο της βασιλείας του ξεκίνησε και η κατασκευή αυτού του μεγαλουργήματος αλλά δεν πρόλαβε να το δει ολοκληρωμένο αφού πέθανε το. 283 π.Χ. Ο γιος του, Πτολεμαίος Β' Φιλάδελφος, είδε το έργο να ολοκληρώνεται δώδεκα χρόνια από την έναρξη της δόμησής του το 270 π.Χ. .
Μετά τις πυραμίδες της Αιγύπτου, ο φάρος της Αλεξάνδρειας είναι το μεγαλύτερο σε χρονική διάρκεια μνημείο της περιοχής που κατάφερε να διασωθεί εώς την σχεδόν ολοκληρωτική καταστροφή του από τρεις σεισμούς που έλαβαν χώρα το 796, το 1303 και το 1323 μ.Χ. Το 1323 ήταν η χρονιά που ο Άραβας επισκέπτης Ιμπν Μπατούτα δεν μπορούσε να εισέλθει στον φάρο από τα πολλά ερείπια που είχαν συγκεντρωθεί. Το 1480 μ.Χ. ο Σουλτάνος της Αιγύπτου, Καΐτ-μπεης, χρησιμοποίησε τα εναπομείναντα ερείπια μεταφέροντάς τα για το χτίσιμο κάστρου στον ίδιο χώρο, πάνω στη θεμελίωση του Φάρου. Αλλά και αυτό το φρούριο αν και είχε ανακαινισθεί στις αρχές του 19ου αι. κατεδαφίστηκε από τους Άγγλους το 1882.



7)      Ο Ναός της Αρτέμιδος στην Έφεσο

Ο ναός της Αρτέμιδος βρισκόταν στην Έφεσο της σημερινής Τουρκίας. Αποκαλείται και Αρτεμίσιο και κατασκευάστηκε το 440 π.Χ. Θεωρείται ένα από τα Επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι χρειάστηκαν 120 χρόνια για να αποπερατωθεί ενώ είχε αρχικά ξεκινήσει από τον βασιλιά της Λυδίας, Κροίσο. Σήμερα τα απομεινάρια δεν θυμίζουν σε τίποτα τον μεγαλοπρεπή ναό που υπήρχε.

Όπως αναφέρει και ο Αντίπατρος ο Σιδώνιος, ο οποίος θεωρείται ο εμπνευστής της λίστας με τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου, το μεγαλείο του ναού της Αρτέμιδος υπερβαίνει κάθε άλλο από τα υπόλοιπα μνημεία.

"Έχω δει τους μεγαλοπρεπείς Κρεμαστούς κήπους της Βαβυλώνας, το Άγαλμα του Ολυμπίου Διός, τον Κολοσσό της Ρόδου και τις Πυραμίδες της Αιγύπτου, όπως ακόμα και το Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού, αλλά όταν βλέπω τον ναό της Αρτέμιδος που αγγίζει τον ουρανό τα υπόλοιπα μνημεία χάνουν την λαμπρότητά τους. Εκτός από τον Όλυμπο, ο ήλιος δεν φάνηκε πουθενά αλλού τόσο μεγαλοπρεπής όσο εδώ".
Ο Στράβων αναφέρει ότι, το 356 π.Χ., τον ναό πυρπόλησε ο άγνωστος κατά τα άλλα Ηρόστρατος από την Έφεσο, για να απαθανατιστεί, όπως είπε, το όνομα του. Μόνο με τη βοήθεια άλλων πόλεων οι Εφέσιοι άρχισαν να χτίζουν έναν νέο ναό.

Πηγές : National Geographic Society, «Τα Θαύματα του Κόσμου», Ελληνική Έκδοση, Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη 1998 / Edgar James Banks (1916). The seven wonders of the ancient world / Βικιπαίδεια

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου